φαγεντιανό(ν)

φαγεντιανό(ν)
το фаянс

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "φαγεντιανό(ν)" в других словарях:

  • κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι …   Dictionary of Greek

  • φαγιάνς — η, Ν άκλ. 1. το φαγεντιανό 2. (γενικά) πιατέλα. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. faiance < Faenza πόλη τής Βόρειας Ιταλίας] …   Dictionary of Greek

  • φαγιάντσα — φαγιάντσα, η και φαγέντσα, η (λ. γαλλ.), είδος ή κομψοτέχνημα φαγεντιανό (βλ. λ.) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»